Δορβιτσά.

Στο κέντρο του δυτικού τμήματος της Ναυπακτίας, 38 χιλιόμετρα βορειοδυτικά της Ναυπάκτου βρίσκεται η Δορβιτσά, αγκαλιασμένη από ψηλές βουνοκορφές. Στα δυτικά όμως ο σφιχτός κλοιός χαλαρώνει και ο ορίζοντας φθάνει μέχρι τα ψηλοβούνια του Απόκουρου. Όλη η περιφέρεια της ανέρχεται στα 9.673 στρέμματα και μοιάζει με κεφάλι ταύρου, περιτριγυρίζεται από τα δημοτικά διαμερίσματα του Δήμου Πυλήνης, Ποκίστα, Σίμου, Στράνωμα και βόρεια απο το Δήμο Πλατάνου.
Το χωριό είναι πυκνοκτισμένο στους βορινούς πρόποδες του Βουνού Καρδαράς (1.202 μ.) και ιδιαίτερα της προέκτασης του Μηλιός (1.187 μ.) που βρίσκεται στα νότια του χωριού. Τα βουνά αυτά του ανήκουν στη μεγάλη οροσειρά της Παπαδιάς. Σκαρφαλωμένο σε υψόμετρο 700-750 μ. στις Βορινές πλαγιές των κατάφυτων λόφων «Αϊ-Λιάς» και «Ντουρούτη» φθάνει μέχρι τον Αϊ-Νικόλα και το Πλατανοβρυσόρεμα. Πίσω και πλάι στη Ντουρούτη ο ερημικός «Κρουνόλοφος» συμπληρώνει τη λοφοσειρά, το «Παλιό» και τα «Παλιάμπελα» Στα βόρεια ο Κότσαλος, παραπόταμος του μεγαλοπόταμου Φίδαρη (Εύηνος), που περνάει νωχελικά ανάμεσα στους πρόποδες του οροπεδίου της Αγίας Τριάδας και του Ψηλοβουνιού του Πλατάνου, του Αλωνάκη, χωρίζει τη Δορβιτσά απ' τον Πλάτανο. Ανατολικά ο χείμαρρος Κώτσαρης, που πηγάζει από τους πρόποδες του Μελιού και χύνεται ενωμένος αδελφικά με τον Ποκιστιάνο στον Κότσαλο, χωρίζει τη Δορβιτσά απ' την Ποκίστα. Ένα πλέγμα χειμάρρων και μικροχειμάρρων διασχίζουν το άγονο έδαφος. Όλοι τους καταλήγουν στον Κότσαλο που ενώνει την Πυλήνη με το Πρόσχιο όπου υπάρχει πέτρινη γέφυρα του 18ου αιώνα.Απο το Μηλιό , όπου καθώς λένε υπάρχει υπόγεια λίμνη, κατεβαίνει υπόγειο ποτάμι που βγαίνει στον Κεφαλόβρυσο. Στα δυτικά του χωριού, μέσα σ' ένα πυκνό δάσος, στη θέση «Γερακάρη», βρίσκεται παλαιό μοναστήρι, ερημοκλήσι σήμερα της Παναγίας, όπου γίνεται μεγάλο πανηγύρι τη Δευτέρα του Πάσχα.
Οι πλαγιές της Δορβιτσάς πότε αραιά , πότε πυκνά σκεπάζονται από πουρνάρια, δέντρα, κουμαριές, κέδρα, μελιούδια, αργιές, κουτσουπιές πλατάνια κ.ά . Έτσι σχηματίζεται το δάσος στο Λιβάδι, της Εκκλησιάς ο Λόγγος, ο Κφόλογγος και το πυκνό δάσος της Γερακαριώτισσας.
Η Δορβιτσά είναι γενέτειρα του Αρχιεπισκόπου και Αντιβασιλιά Δαμασκηνού Παπανδρέου. Η Δορβιτσά μέχρι τα 1833 που ιδρύθηκε η Επαρχία Ναυπακτίας ανήκε στην Επαρχία Κραβάρων. Στα 1835 στον Δήμο Ποτιδανίας (έδρα Σίμου), στα 1837 στον Δήμο Προσχίου, στα 1869 στον Δήμο Πυλήνης, στα 1912 μέχρι στα 1990 ανεξάρτητη Κοινότητα και από 1 Ιανουαρίου 1991 στον δήμο Πυλήνης.

ΦΥΣΙΚΑ ΑΞΙΟΘΕΑΤΑ:
Παναγιά Γερακαριώτισσα.
Ναίσκος κτισµένος σε πλάτωµα εντός πυκνού δάσους ενώ στα πλάγια του βουνού κυλάει ο παραπόταµος του Φίδαρη «Κότσα­λος». Αξιοθέατη η «Πηγή της Παναγιάς» της οποίας τα νερά ανα­βλύζουν από υπεραιωνόβια πλατάνια.
Κεφαλόβρυσος.
Όµορφη τοποθεσία µε πλούσια νερά, Μπορεί να συνδυασθεί µε εκδροµή στον ποταµό «Κότσαλο», όπου αξιόλογο είναι το πέτρινο γεφύρι, µνηµείο της Τουρκοκρατίας. Το φαράγγι του Κότσαλου είναι χαρακτηριστικό για την οµορφιά του.
Άι Λιας.
Λόφος όπου το οµώνυµο γραφικό εκκλησάκι, δωρεά του Αριχιεπισκόπου Δαµασκηνού.
Πουρναράκι-Άι Κοσµάς.
Ωραία τοποθεσία απ' όπου παρακολουθείται το Ηλιοβασίλεµα.
Κέντρο Χωριού.
Ευρύχωρη η «Πλατεία Αρχιεπισκόπου Δαµασκηνού» στο Κέντρο του χωριού όπου η προτοµή τούτου, γραφική η «Πλατεία των Ηρώων», όπου µαρµάρινο µνηµείο των πεσόντων και το Ηρώον του '21 και γραφικά τα πετράλωνα στ' «Αλώνια».
Αξιοθαύµαστη η «Βρυσούλα Βασίλη Γιώτη». Στέκι πρωινό λίγο πιο έξω απ' το χωριό είναι η «Πλατανόβρυση» µε τις πετρόχτιστες καμάρες κάτω από τις οποίες αναβλύζουν κρύα νερά και τα βαθύσκια πλατάνια με τη διαμορφωμένη πλακόστρωτη πλατεία, τους πετρόχτιστουςτοίχους και το γραφικό πέτρινο δηµοτικό περίπτερο όπου κανείς μπορεί να απολαύσει το ουζάκι του ή τον καφέ του.
Γειτονιές – κονάκια.
Το χωρίο χωρίζεται σε δύο μαχαλάδες : Τον πανω, δηλ αυτόν που βρίσκεται πάνω από τον κεντρικό δρόμο καιτον κάτω μαχαλά δηλ. αυτόν που βρίσκεται κάτω από τον δρόμο. Αλλά και γειτονιές όπως η κηπευτική περιοχή κοντά στην «Τσιοκούλα» διασώζει το όνομα «Παλιό».Ίσως εκεί να κτίσθηκαν τα πρώτα σπιτοκάλυβα. Στην περιοχή «Πηγάδια», όπου θολωτή υδατοδεξαμενή, υπάρχει αγροοικισμός. Εδώ ζούσαν μέχρι τα τελευταία χρόνια μερικές οικογένειες (Κουφογιανναίοι, Σιαχαίοι, Λυτραίοι, Καραγιωργαίοι) και μάλιστα τα παιδιά σχολικής ηλικίας παρακολουθούσαν μαθήματα στο Σχολείο της Στράνωμας και όχι της Δορβιτσάς που ήταν πολύ μακρύτερα. Οι κάτοικοι είχαν τη συνήθεια να κατασκευάζουν σπιτοκάλυβα (κονάκια) κοντά στα χωράφια και τις στάνες τους. Ερείπια υπάρχουν κυρίως στις θέσεις «Καλύβια», «Τσαπουρνιά», «Βρωμόβρυση», «Μαραβίτσα», «Κρύα Βρύση», «Μαυρέλη τ' Λάκα».
H Δορβιτσά είναι ένα απο τα αρχαιότερα χωριά της Ναυπακτίας. Πότε ακριβώς ιδρύθηκε κανένας πιά δεν ξέρει. Το πιθανότερο είναι να κτίσθηκε μερικά χρόνια μετά την άλωση απο κυνηγημένους, που βρήκαν στα πυκνά δάση του χωριού σίγουρο καταφύγιο. Είναι βέβαιο ότι η περιοχή καλυπτόταν από πυκνά δάση δρυών, πουρναριών και γαύρων. Τι έγιναν όμως τα δάση; Η απάντηση είναι εύκολη, όσο και θλιβερή. Τα κατάστρεψε η φωτιά και το τσεκούρι. Μολογάνε ότι τεράστιοι κορμοί δενδρων τοποθετούνταν στα θεμέλια των σπιτιών, όταν το έδαφος ήταν σαθρό, γιατί τότε τα τσιμέντα καί τα σιδερα ήταν ακόμα άγνωστα. Τώρα τα απομεινάρια του παλιου πυκνοδάσους δεν φοβούνται τους προαιώνιους εχθρούς τους, η αγάπη και η φροντίδα των Δορβιτσωτών τα προστατεύει.
Ποιοί ήταν οι πρώτοι κάτοικοι του χωριού, κανένας δεν θυμάται σήμερα. Ο Σωτήρης Κωτσόπουλος γράφει ότι ιθαγενής κάτοικος του χωριού ήταν ο Κ. Μάνταλος. Αυτό όμως δεν επιβεβαιώνεται από άλλη πηγή. Πάντως στη Στράνωμα ύπαρχει τοπωνύμιο «στο Μάνταλο» και ο Μανταλής αγωνιστής διασώζεται στους καταλόγους τού στρατηγού Άνδρ. Σιαφάκα. Ίδρυτές του Μοναστηριού της Απελακιώτισσας που, σύμφωνα με την παράδοση κτίσθηκε ύστερα από την ανεύρεση της εικόνας της Παναγίας κατά το 1455 ήταν, καθώς λένε, οι Δορβιτσώτες καλόγεροι Σαμουήλ και Αντώνιος. Μάλιστα, ο Σαμουήλ ήταν ο ένας απο τους καλογέρους πού έφερε στο μοναστήρι το χέρι του Αγίου Πολυκάρπου το 1475 από τη Σμύρνη.
Το παλιότερο έγγραφο στοιχείο γύρω από το χωριό είναι ενα έγγραφο του Σεπτέμβρη του 1770. Σύμφωνα με αυτό οι Λευτεριάνοι πούλησαν το κτήμα του Βαρένoυ προς «τους τιμιωτάτους και προστάτες του Βιλαγετίου Kραβάρου». Η πώληση έγινε σε πολλούς προύχοντες διαφόρων χωριών, όπως «… τους προς τον κυρ Κωσταντή και Δημάκη και λοιπούς Τεροβιτζιότες». Τώρα ποιοί είναι αυτοί οι Δορβιτσιώτες πρόκριτοι είναι άγνωστο. Ακόμα ενα έγγραφο του 1791 όπου υπογράφει από την «Τιροβητζά ο Παντελογιάννης». Υστερα μια θύμηση του 1795, που έγραψε σ' ένα παλιό Ευαγγέλιο ένας γερό­παπας ό Παπαδημήτρης Τσοπέλης. Στη θύμηση αυτή εκτός από τους Τσοπελαίους σήμερα Παπαϊωανναίους, αναφέρονται ο Ταρανοχρήστος, ο Μελίσσης και ο Παντελογιώργος. Επίσης σε έγγραφο του 1823 υπογράφουν "από Τεροβιτζά ο παπαντρίας κουτζονικολόπουλος και ο Σιάχος. Στις 20 Δεκεμβρίου 1844 οι κάτοικοι του Δήμου Προσχίου με αναφορά τους προς την Βουλή των Ελλήνων ζητούν να επανιδρυθεί το Μοναστήρι της Χόµορης, η Παναγιά η Καβαδιώτισσα, που καταργήθηκε το 1834. Απ' την Τουρβητζά, όπως την αναφέρουν, υπογράφουν:
Αναγνώστης Μανίκας Γιάννος Γιωργαράς Ν. Παντιλής Παναγής Ταρνανας Γιώργος Κανελής Αντρέας Παίσιος Κωσταντής Παίσιος
Επικυρούται η γνησιότης των όπισθεν και ανωτέρω υπογραφών.
Ο Πάρεδρος Δηµήτρης Σιάχος.
Ετσι, από τις αρχαιότερες οικογένειες του χωριού είναι οι Τσοπελαίοι, Ταρωνάδες, οι Μελισσαίοι καί Παντελαίοι. Σ' αυτούς πρέπει να προσθέσουµε τους Παϊσαίους, τους Γιωργαραίους, τους Παχουµαίους, τους Αγραφιταίους, τους Παπαντριαίους, τους Ντοτζικαίους, τους Γεωργαλαίους, τους Μακραίους, τους Μανικαίους. τους Ασηµακακαίους, τους Γιαννοπουλαίους, τους Σιαχαίους, τους Κανελαίους και άλλους που ξεχάστηκαν τώρα τα ονόµατά τους.
Στους επαναστατικούς και µετεπαναστατικούς χρόνους κατοίκησαν στο χωριό οι Σταυραίοι,οι Χαραλαµποπουλαίοι, οι Στουρναραίοι, Λυτραίοι, οι Mαλαµαίoι, οι Σκερπαναίοι, οι Καλτσαναίοι και άλλοι.
Πολύ ενδιαφέρον για την ιστορία το χωριού, έχει το έγγραφο από το Αρχείο του Αλή Πασά (Γεννάδιος Βιβλιοθήκη αρ. εγγρ. 456). Δυστυχώς το έγγραφο αυτό δεν είναι χρονολογημένο για να γνωρίσουμε ακριβώς πότε εγκαταλείφθηκε προσωρινά το χωριό. Βέβαια, τούτο έγινε κατά την θητεία του Αλή Πασά ως Σατράπη των Ιωαννίνων και μάλλον στα μεσαία χρόνια της σατραπείας του. Πιθανολογούμε ότι τούτο συνέβη γύρω στα 1812. Σύμφωνα με το έγγραφο αυτό, σκλάβοι Τερουβιτζιώτες που κατοικούν σ' ένα μικρό χωριό των Κραβάρων απευθύνονται στον Αλή Πασά και του θέτουν το μεγάλο πρόβλημα τους. Τον προηγούμενο χρόνο είχαν εγκαταλείψει όλοι οι χωριανοι το χωριό τους. Αιτία της συλλογικής φυγής ήταν η καταχρέωση από τη βαριά φορολογία. Τον επόμενο χρόνο οι Τερουβιτζιώτες ανταποκρίθηκαν στην πρόσκληση του Αλή Πασά να επανοικήσουν οι φευγάτοι τον εγκαταλειμμένο χώρο. Έτσι επέστρεψαν στο έρημο χωριό τους. Δεν επέστρεφαν όμως όλοι. Μερικοί προτίμησαν να ριζώσουν σ' άλλο τόπο. Το χρέος της Κοινότητας ήταν απαιτητό και μάλιστα αυξημένο κατά μία φωτιά. Οι Τερουβιτζιώτες επικαλούνται την συλλογική ευθύνη και ζητούν από τον Αλή Πασά να διατάξει να συμμετάσχουν και οι φυγάδες στην καταβολή του χρέους. Ακόμα ζητούν να παραμείνει η φορολογία τους στις 6,5 φωτιές. Όπως είναι αντιληπτό λόγω της βαριάς φορολογίας εγκατέλειψαν το χωριό. Ηταν μόνο 6,5 φωτιές (νοικοκυριά).
Το έγγραφο είναι πολύτιμο για την ιστορία της επαρχίας μας γιατί δείχνει τη δύσκολη κατάσταση στην οποια βρίσκονταν τα χωριά των Κραβάρων. Και δεν ήταν μόνο η Δορβιτσά που ερημώθηκε. Ήταν η Κλεπά που στα 1763 «εχάλασε από μπόρση το πολύ όπου εχρώσταγε το χωριό...» Πιθανολογείται ότι και άλλα χωριά είχαν ερημωθεί από την βαριά φορολογία. Το έγγραφο είναι ευκολοδιάβαστο και χωρίς πολλά ορθογραφικά λάθη. Τούτο σημαίνει ότι γράφηκε από γραμματισμένο της εποχής. Ίσως από κάποιο καλόγερο. Γιατί η Δορβιτσά από τους χρόνους της ίδρυσης της είχε παράδοση στη μοναστική ζωή.
Στα δασοτόπια του χωριού ληµέριζαν της κλεφτουριάς και της επανάστασης τα παλικάρια. Ακόµα σώζονται τα ταµπούρια τους στην οµώνυµη βουνοκορφή, αδιάψευστοι µάρτυρες της παρουσίας τους στον αγώνα για τη λευτεριά. Στους επαναστατικούς χρόνους απ' τά στενά µονοπάτια του χωριού περνούσαν τα ελληνικά στρατεύµατα, που πήγαιναν στη Δερβέκιστα και στο Μεσολόγγι κι άφησαν το σηµάδια τους. Δορβιτσιώτικες τοποθεσίες διατηρούν σαν ιερό κειµήλιο δοξασµένα ονόµατα δαφνοστεφανωµένων οπλαρχηγών του αγώνα. «Του Σαδήµα το δέντρο», «η πηγή του Βαλτινού», «του Γρανίτσα το δέντρο», «του Βαλτινού το ρέµα» είναι αθάνατα µνηµεία µιας ξακουστής εποχής.
Μα και την Ξανθή την ηρωική Δορβιτσωτοπούλα, που καθαγίασε με το αίμα της την ομώνυμη τοποθεσία, ποιος μπορεί να ξεχάσει; Μάχες έγιναν στου Γιάννια, στ' Αρβανίτ' τις λακκούλες (όπου υπήρχαν τούρκικοι τάφοι) και στην Αγία Τριάδα. Είναι βέβαιο ότι το χωριό καταστράφηκε απ' την Τουρκιά. Όσοι έγραψαν γι' αυτό, τοποθετούν την καταστροφή στα 1823 απ' τα ασκέρια του Σκόντρα Πασά. Φαίνεται όμως τούτο δεν είναι σωστό, γιατί οι Τούρκοι πέρασαν τον Πλάτανο τα μέσα του Σεπτέμβρη του 1823, έπεσαν στην ποταμιά και πήραν το δρόμο για το Μεσολόγγι. Αν έρχονταν οι Τούρκοι απ' τον Πλάτανο, φυσικό ήταν οι χωριανοί να φύγουν κατά τον Μελιό. Όμως έφυγαν για το ποτάμι κουβαλώντας μαζί τους το βιός τους, ότι μπορούσαν να σώσουν, που έκρυψαν με επιμέλεια στις σπηλιές στα «Μαντράκια» και στην «Αποκλείστρα». Εκεί κρυβόντουσαν όταν υπήρχε κίνδυνος. Έτσι δεν μπορεί να έγινε στα 1823 η καταστροφή του χωριού. Πάντως μαρτυρείται σε πιστοποιητικό εκδουλεύσεων των αγωνιστών Αθαν. και Ιωάννη Δαμιανού-Τρίτσα «μάχη Τροβιτζάς και Στράνωμας κατά του Μουσταφά πασά Σκόντρα το 1823». Στις 4 Μαΐου 1824 το συμβούλιο των προκριτοδημογερόντων Κραβάρων καθόρισε να δώσει η Τορβιτζά, όπως την αναφέρει το έγγραφο που διασώθηκε στο αρχείο Σιαφάκα, 142,30 γρόσια, ως και φορτώματα πάνω από 10 μπαρουτόβολα. Αν κάηκε το χωριό στα 1823, θα ήταν πολύ δύσκολο να δώσει σε λίγους μήνες τόσα λεφτά και εφόδια. Στο ίδιο αρχείο διασώζεται ένας λογαριασμός με τις προσφορές των χωριών στα στρατεύματα, που στρατοπέδευσαν στα Κράβαρα από 1 Απριλίου 1825 και δώθε. Ανάμεσα στα άλλα χωριά δεν υπάρχει η Δορβιτσά. Άρα μπορούμε να σκεφτούμε ότι η καταστροφή έγινε στο διάστημα: Μάιο 1824 με Απρίλιο 1825. Το έγγραφο, όμως, που έστειλε ο Γεώργιος Αινιάν από τη Βαρνάκοβα στις 27 Απριλίου 1825 στη Διοικηση, μας βοηθάει να πιθανολογήσουμε ότι η καταστροφή του χωριού έγινε εκείνη την εποχή. Οι Τούρκοι ήταν χωρισμένοι σε δυο φάλαγγες. Η μια φάλαγγα κατευθύνθηκε προς Κοκκινοχώρι - Ασπριά - Κεντρική - Άνω χώρα και η άλλη προς Παλαιόπυργο - Σίμου - Δορβιτσά. Στις 22 με 23 Απριλίου 1825 έγινε η πρώτη μάχη σε μια θέση ανάμεσα στα Βελβίτσαινα και την Αμόρανη. Από την Ελληνική πλευρά αρχηγοι ήταν ο Καπετάν Γιάννης Π. Φαρμάκης και ο Αντώνης Βοτζαϊτης, αξιωματικοί του σώματος Σιαφάκα. Στη συνέχεια έγινε και δεύτερη μάχη με τους ίδιους οπλαρχηγούς στη Σίμου. Οι Τούρκοι στο διάβα τους έκαιγαν τα χωριά. Έτσι φαίνεται ότι έκαψαν τη Σίμου, την Ποκίστα, την Δορβιτσά και από κει κρέμασαν κατά το Απόκουρο. Μερικά χρόνια μετά το χαλασμό, γύρω στα 1830 – 1832 το χωριό κατοικήθηκε από τον Ποδιώτη Χαραλαμπο Σταύρου , αγωνιστή του ΄21 που παντρεύτηκε τη Δορβιτσοτωτοπούλα Βασιλική Γεωρ. Μανταλοπούλου. Σαν καταστράφηκε το χωριό, οι κάτοικοι διασκορπίστηκαν σε διάφορα μέρη. Άλλοι έφτασαν στον Γκερτοβό (Αργυρό Πηγάδι Τριχωνίδας) και πολλές οικογένειες βρήκαν καταφύγιο στην Κλαπατσούνα (Πλατανιώτισσα) των Καλαβρύτων, στη Φτέρη του Αιγίου, και σε άλλα Αιγιοτοχώρια. Το χωριό φαίνεται ότι ήταν ερημωμένο μέχρι το 1830 περίπου. Γύρω στα 1831 μερικές οικογένειες επέστρεψαν στο χωριό. Στα 1910 βρέθηκαν σε μια σπηλιά στη θέση «Μαντράκια» χαλκώματα και αρκετοί κασμάδες. Στα 1946 σ' άλλη σπηλιά στην ίδια θέση βρέθηκαν ένας μύλος του καφέ και άλλα σκεύη. Έτσι και τα ευρήματα αυτά βεβαιώνουν την καταστροφή και μας δείχνουν ακόμα ότι πολλές οικογένειες δεν γύρισαν στο χωριό.
Η συμμετοχή των παλικαριών στην επανάσταση του '21 ήταν σημαντική. Ο Γεώργιος Κραβαρίτης ή Παχούμιος ήταν ο σημαντικότερος. Υπήρξε οπλαρχηγός-Σημαιοφόρος του Θανάση Διάκου και σκοτώθηκε μαζί με τον αρχηγό του στην Αλαμάνα. Επισης Αγαθάγγελος και Πολύκαρπος(καλόγεροι Αμπελακιώτισσας), Γεωρ. Κ. Αγραφίτης, Χαρ. Στ. Σταύρου (γεναρχης Χαραλαμποπουλαίων),τα αδέλφια Νιολαος- ιωάννης- Χρίστος. Αθ. Γιαβρούτας., Παπαγιάννης Χρ. Παπαχρήστου (Τσόπελης), Αντίπας Ανδ. Παπανδρέου, Γεωρ. Δ. Σιάχος, Χαρ. Τιροβιτζιώτης και Γιάννης Τιροβιτζιώτης (Αγνωστο ποιοι είναι). Κατά τους νεότερους χρόνους σκοτώθηκαν στον πόλεμο ή πέθαναν από τις κακουχίες του πολέμου πάνω από είκοσι παλικάρια. Δεκανέας Νικ. Σιάχος, Ανθυπομοίραρχος Δημ. Χρ. Παπαϊωάννου, Δεκανέας Κων. Μ. Παπαχρίστου(Τσόπελης), Στρατιώτης Γεωρ. Καρανάσος και ο Στρατιώτης Γρ. Δ. Παπαχρήστου ή Παπαδημητρίου (1885-1913), δάσκαλος το επάγγελμα που σκοτώθηκε στην τελευταία μάχη του Λόχου του στο Πρέντελ Χαν.
Η ονομασία του χωριού από το 1770 και δώθε που υπάρχουν γραπτές πηγές παρουσιάζεται σε διάφορους τύπους, όπως Τεροβιτζιά, Τυροβιτζιά, Τιροβίτζα, Τερουβιτζά, Ντουρβετζά, Τερβιτσιά κ.λπ., πράγμα που καθιστά δύσκολη την ετυμολογία της. Ο Πουκεβίλ την αναφέρει ως Dervitcha. Στην κατάσταση για την ίδρυση των Δήμων (1836) απαντιέται ως Dorovitza (Ντοροβίτσα ή Ντοροβιτσά). Η σειρά της επίσημης ονομασίας έχει ως εξής: Δοροβίτσα (ΦΕΚ 1836), Δορβιτσά (1868), Δορβιτσιά (1912) και τελικά επεκράτησε εθιμικά η λέξη Δορβιτσά. Πιθανή εκδοχή όπως υποστηρίζει το Ινστιτούτο Χερσονήσου Αίμου, το τοπωνύμιο να προέρχεται από μεσαιολατινικές λέξεις. Και προτείνει τις λέξεις:
torbats=πυργόσπιτο
torvaeciae=χορτόπλινθος
tref=τσαντίρι
trabuche=ερείπειο
dervee=δρυόδασος (από την Κέλτικη)
drubats= πουρναρότοπος (από την Βλαχομογλενίτικη)
Κατά τον αείμνηστο Δ. Φούρλα προέρχεται από τις λέξεις τυρό(ς) + Βουτσά (Βουτσί = Βαρέλι· Βίτσα = γεμάτο). Δηλ. τόπος με μεγάλη παραγωγή τυριού. Λαμβάνοντας υπόψη τον τύπο που αναφέρει ο Πουκεβίλ Δερβιτσά (Ντερβιτσά) και τις μαρτυρίες των γερόντων ότι το χωριό ήταν γεμάτο πυκνά δρυοδάση ευκολότερα μπορούμε να δεχτούμε ότι το τοπωνύμιο προέρχεται από τη λέξη δέρβη (ντέρβη - τέρβη - δέρβη) που σημαίνει δρυο-δάσος, δρυμός. Πιθανόν και από επαγγελματωνύμιο Δέρβης -ος, Ντέρβης -ος (δρυοκόμος). Άλλη εκδοχή η ονομασία να έχει βουλγαροσλάβικη προέλευση. Όπως είναι γνωστο άλλωστε κατά την μεσοβυζαντινη εποχή από την ευρύτερη περιοχή πέρασαν οι λαοί αυτοί και άφησαν πολλά τοπωνύμια.