Καπετάν Σαφάκας.

Ο Καπετάν-Σαφάκας θεωρείται πρότυπο κλέφτη-αρματολού. Γεννήθηκε στην Αρτοτίνα (1) το 1780 και το παρατσούκλι του «Σαφάκας» προέρχεται από την τουρκική λέξη «σαφάκ» που σημαίνει «αστραπή». Το πατρικό του όνομα ήταν Καραδήμος. Ακολούθησε τον Κλέφτικο βίο και αναγνωρίστηκε καπετάνιος στα Κράβαρα και το Λιδωρίκι. Υπηρέτησε πιστά τις κοινότητες της ορεινής κεντρικής Ελλάδας τον καιρό της επανάστασης 1821-1826. Πότε μαζί με την κεντρική διοίκηση των Ελλήνων (έμβρυο του ελληνικού κράτους), πότε μαζί με τους Τούρκους « κλείνοντας μαζί τους μυστικές συμφωνίες-καπάκια (2)», αγωνίστηκε πάντα για τα συμφέροντα των τοπικών κοινοτήτων με γνώμονα τις υποδείξεις τους και ενάντια σε κάθε συγκεντρωτισμό. Έτσι κι αλλιώς δεν πίστεψε ποτέ σε κανέναν εθνικό αλυτρωτισμό. Συμμετείχε καταλυτικά στις μάχες του Αετού (3) (Μάιος 1821), της Υπάτης (4) (02 Απριλίου 1822) του Πλατάνου (5) (Σεπτέμβριος 1823) και της Άμπλιανης(6) (14 Αυγ. 1824) , στην απελευθέρωση του Καρπενησιού (7) (Ιανουάριος 1822). Εξοντώθηκε προδοτικά τo 1828 από τον σύντροφό του Σωτήρη Στράτο ή Τουρκοσωτήρη, που εκτέλεσε εντολές της κυβέρνησης των Ελλήνων, σε συνεννόηση με τον Κιουταχή.

ΚΑΠΕΤΑΝ - ΣΑΦΑΚΑΣ
Προψές από τα Γιάννενα μεσ' απ' το κάστρο βγήκε
και πήρε δίπλα τα βουνά, δίπλα τα κορφοβούνια
Νύχτα και μέρα περπατεί δρόμους και μονοπάτια
Μονάχος καταμόναχος γυμνός και πεινασμένος
Εις την Τατάρνα έφτασε, στην εκκλησιά εμπήκε,
Κι έταξε χρυσομάντηλο να φέρει να κρεμάσει
Αν φτάσει πέρα στ' 'Aγραφα που είχε δικούς και φίλους
Κι είχε φίλο γκαρδιακό τον καπετάν Σωτήρη
Φίλον από μικρά παιδιά και βλάμην το Βαγγέλιο
Έφτασε και τον εβρήκε και γλυκοφιληθήκαν
Και τι τα θέλει τα φιλιά και τα γλυκά τα λόγια
Την άλλη μέρα πέσανε τρία πικρά ντουφέκια
Εκεί που τρώγαν κι έπιναν με την Σωτήρη Στράτο
Ψιλή φωνίτσαν έβγαλε με ματωμένη γλώσσα:
Βλάμη γιατί με σκότωσες, με πήρες στο λαιμό σου
Λόγγοι βαΐστε και κλαριά, βουνά χαμηλωθείτε
Να πάει στη μάνα μ' η φωνή, στη δόλια μου γυναίκα
Και συ αγέρα πάρε την, ν' ακούσει ο κόσμος όλος
Να μάθει πως εγλύτωσα απ' των Τούρκων τα νύχια
Και μ' έφαγεν ο βλάμης μου, ο άπιστος ο Στράτος.

1) Λίγα μέτρα πιο πάνω από την Πλατεία της Αρτοτίνας βρίσκεται το σπίτι του Οπλαρχηγού της Επανάστασης Ανδρίτσου Σαφάκα στο οποίο σήμερα στεγάζεται το Ιστορικό-Λαογραφικό Μουσείο του Χωριού.
2) Τα καπάκια, οι μυστικές συμφωνίες των οπλαρχηγών της Ρούμελης με τους Τούρκους, θεωρούνταν γενικά ενθοφελή στρατηγήματα. Όποιος έβαζε καπάκι ή ψευτο-κάπακο επέβαλε ανακωχή, έσωζε τους πληθυσμούς από τη σφαγή και τη λεηλασία και συνάμα κέρδιζε πολύτιμο χρόνο. Σε παρόμοιες συμφωνίες κατέφυγαν ο Βαρνακιώτης, ο Ίσκος, ο Γώγος Μπακόλας, ο Ράγκος, ο Βαλτινός, ο Στορνάρης, ο Σαφάκας, ο Καραϊσκάκης και ο Ανδρούτσος. Ήταν δηλαδή μια χερσοελλαδίτικη τακτική - γνωστή σε όλους και αποδεκτή. Ωστόσο η έλευση του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου και η δυναμική εμπλοκή του στον ξεσηκωμό της Δυτικής Ελλάδας κατέστησε τα καπάκια πέτρα σκανδάλου και πανίσχυρο πολιτικό επιχείρημα· με πρόσχημα τις επαφές με τον εχθρό, ο ετερόχθων φαναριώτης είχε την ευχέρεια να διαχωρίζει τους καπετάνιους σε "πατριώτες" και "προδότες" ανάλογα με την τροπή των πραγμάτων και τις ατομικές του επιδιώξεις. Οι αληπασαλήδες ήρθαν σε δεινή ρήξη με τον ποστέλνικο. Έτσι ο Βαρνακιώτης εξοβελίστηκε, ο Μπακόλας πέρασε στο στρατόπεδο των Τούρκων, ο Καραϊσκάκης δικάστηκε ως προδότης, ενώ ο Ανδρούτσος είχε το οικτρό τέλος που ξέρουμε.
3) Η ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΑΕΤΟΥ:
Μετά την μάχη στο χάνι της Γραβιάς ( 8 Μαΐου 1821 ) οι οπλαρχηγοί Γκούρας , Σκαλτσοδήμος και Σαφάκας, σε συνεννόηση με τον οπλαρχηγό Γεωργάκη Κοντογιάννη, αποφάσισαν να επιτεθούν και να κτυπήσουν την Υπάτη για να αναγκάσουν τους Τούρκους να υποχωρήσουν και να αφήσουν ελεύθερη τη διάβαση των Θερμοπυλών. Οι Γκούρας και Σκαλτσοδήμος έπιασαν την θέση Αετός δίπλα στην Καστανιά και πάνω από την Υπάτη. Ο Σαφάκας έπιασε την θέση Πάθενα πάνω από το Σμόκοβο και δίπλα στο Νιοχώρι, σε συνεννόηση με τον Γεωργάκη Κοντογιάννη την επομένη να κτυπήσουν μαζί την Υπάτη. Απρόοπτα όμως με το ξημέρωμα της μέρας ,οι Γκούρας και Σκαλτσοδήμος, βρέθηκαν περικυκλωμένοι από 1500 Αλβανούς υπό τις διαταγές του Αλβανού Τελεχόν Φέζον συγγενή του Αλή Πασά . Η μάχη που ακολούθησε ήταν σφοδρή σώμα με σώμα ,κράτησε έως την δύση του Ήλιου. Η αριθμητική υπεροχή των Αλβανών ανάγκασε τους Έλληνες να οπισθοχωρήσουν μέσα στην χαράδρα. Τότε επετέθη ο Σαφάκας κατά των Αλβανών με 300 παλικάρια. Οι Αλβανοί ξαφνιάστηκαν, νόμισαν ότι περικυκλώθηκαν και τράπηκαν σε φυγή . Στο πεδίο της μάχης εγκατέλειψαν 200 νεκρούς και τραυματίες καθώς και άφθονο πολεμικό υλικό. Μετά την νίκη κατά των Τούρκων όμως οι Έλληνες δεν επιτέθηκαν τελικά κατά της Υπάτης. Οι Ελληνικές απώλειες ήταν 12 στρατιώτες νεκροί σύμφωνα με τη Μεγάλη Στρατιωτική εγκυκλοπαίδεια, ( Τόμος Α, σελίδα 291.) Το σώμα του Σαφάκα αποτελείτο από λίγο τακτικό Στρατό και τους κατοίκους των χωριών Σμόκοβου , Νιοχώρι και Χομίργιαννης . Σε αυτή την μάχη διακρίθηκαν οι Σμοκοβίτες , Παπαδήμας , Γεωργουσανδρέας , Ζαχαρής , Τσιρούνης Γεώργιος , Γιαννούλης Παπανδρέας , Μανιώτης (Αλατάς), Καραδήμας. Από την Χομίργιαννη διακρίθηκε ο Κουσουρής ,ο οποίος την εποχή εκείνη ήταν αρχιτσέλιγκας με 5.000 πρόβατα . Στη μάχη του Αετού ,πήρε μέρος και ο μικρός γιός του Κουσουρή , Ιωάννης τον οποίο, μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας τον σκότωσαν ληστές επειδή δεν τους έδωσε μία κουμπούρα.Το μέρος που σκότωσαν οι ληστές τον Κουσουρή ονομάσθηκε : στο βάρεμα του Κουσουρόγιαννου.
4) Η ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΥΠΑΤΗΣ:
Η μάχη της 2 Αpριλίου 1822, όπου κατόπιν σύσκεψης με τον Υψηλάντη, επιτέθηκαν κατά της Υπάτης (Πατρατζίκι) , οι οπλαρχηγοί Κοντογιάννης, Πανουργιάς, Σκαλτσάς και Σαφάκας. Κατάφεραν να κυριεύσουν την πόλη, αλλά όχι και το φρούριο, πάνω από την πόλη, στο οποίο υπήρχαν οχυρωμένοι 1500 Τουρκαλβανοί. Επιτέθηκαν ξανά μετά από κάμποσες ημέρες εναντίον του φρουρίου, με μεγαλύτερη δύναμη, έδιωξαν τους Τουρκαλβανούς από το φρούριο προς την πόλη, αλλά τελικά απεχώρησαν καθώς έφτασαν ενισχύσεις των Τούρκων από την Λαμία.
Μια αυθεντική περιγραφή της μάχης δίνει ο ίδιος ο Υψηλάντης :
«ΜΑΧΗ ΖΗΤΟΥΝΙΟΥ ΚΑΙ ΠΑΤΡΑΤΖΙΚΙΟΥ
Νουμ.33
Πανευγενέστατοι Βουλευταί
Δι΄ άλλου γράμματος έγραψα πρός υμάς τας αιτίας της βραδείας πορείας μου. Την 13 του παρελθόντος ελθών εις το Δίστομον , έστειλα ιδιαιτέρως πρός όλους τους καπητάνους , προσκαλών αυτούς εις την Γραβιάν διά να συσκεφθώμεν περί του σχεδίου μάχης .Τήν 24 ήλθαν είς τον μπράλλον ο Μήτσος Κοντογιάννης και ο Καλτσοδήμος όπου απεφασίσθη ο μέν Οδυσσεύς και Νικήτας και Γεώργιος Δυοβουνιώτης να περάσωσιν εις την Στυλίδα με 4 χιλιάδας ο δε Μήτσος Κοντογιάννης και ο Καλτσοδήμος να κτυπήσωσι το Πατρατζίκι , το δε στράτευμα του Πανουριά να σταθή εις τούς Κομποτάδες και να υπάγη εις βοηθειάν των , όταν ορμήσωσιν εις το Πατρατζίκι η δέ μάχη ν΄αρχίση και εις τα δύω μέρη την Μεγάλην Παρασκευήν . Η συμφωνία αύτη υπεγράφη και εσφραγίσθη από όλους. Την Τετράδην ανεχώρησεν ο Οδυσσεύς και ο Νικήτας με τα στρατευματά των επέρασαν αντίκρυ το Σάββατον το πρωί μη δυνηθέντες προτήτερα . Άρχισαν ευθύς τόν πόλεμον , έκαυσαν τον Αχινό , τα Καλύβια και την Στυλίδα . Εις την Στυλίδα ήσαν πολλοί εχθροί , ήλθαν και άλλοι από το Ζητούνι πρός βοηθειά των , ο πόλεμος εστάθη πεισματώδης και αιματωδέστατος , οι Έλληνες δεν εμποδίσθησαν ούτε από το ιππικόν , ούτε από τον κάμπον , ούτε από τα κανόνια και τα μισδράλια , αλλ΄ως άτρωτοι πολεμούντες και ανακατωθέντες χέρια με χέρια έκαμαν νίκην λαμπροτάτην . Υπέρ τους πεντακοσίους είνε ο αριθμός των θανατωθέντων και πληγωθέντων εχθρών , έκ δέ των ημετέρων μόνον εικοσιπέντε εθανατώθησαν και επληγώθηκαν . Το επίλιπον στράτευμα των εχθρών πεφοβημένον έφυγεν εις το Ζητούνι , οι ημέτεροι περιτειχίσαντες την Αγίαν Μαρίνην χωρίον πλησίον της Στυλίδος ευρισκόμενον εστρατοπεύδευσαν . Η μάχη εστάθη τρείς ημέρας αδιάκοπος και επειδή το Πατρατζίκι δεν είχε κτυπηθεί συγχρόνως , η δύναμις του εχθρού έπεσεν όλη εις το κάτω μέρος . Η δύναμις όμως όμως του Θεού την εματαίωσεν και απέδειξε την νίκην των ημετέρων ακόμη λαμπροτέραν . Μαθών ότι οι επάνω δέν εκτύπησαν το Πατρατζίκι συγχρόνως έγραψα αμέσως και έστειλα τον υπασπιστήν μου , παρακινών αυτούς να αρχίσωσι την προσβολήν με όσους και άν έχωσι , δι'α να καταφοβηθή πανταχόθεν ο εχθρός και να διαιρεθή η δυναμίς του , αλλά όχι να την αφήσωσιν όλην να πέση κατά του ενός μέρους ,ενθυμίζων εις αυτούς και την έγγραφον και ενσφράγιστον συμφωνία των . Τέλος πάντων σήμερον επέστρεψεν ο υπασπιστής μου φέρων γράμμα των καπητάνων , διά του οποίου μου γράφουν , και αυτός ο υπασπιστής μου γενόμενος αυτόπτης μου λέγει ότι την Δευτέραν , μίαν ώραν πρίν ξημερώση , εκτύπησαν το Πατρατζίκι εξακόσιοι όντες διότι οι άλλοι δεν είχαν συναχθεί ακόμη , όθεν προήλθε και η αναβολή της μάχης . Εν τω μέσω της μάχης έφθασε και ο γενναίος Σαφάκας με διακοσίους επρόφθασε και ο υιός του Πανουργιά με το Σαλωνιτικόν στράτευμα ώστε οι ημέτεροι έκαιον και εφόνευον τούς εχθρούς. O Δράμαλης Πασσάς ολίγον έλειψε να πιασθή ζωντανός γυμνός έφυγεν από το κρεββάτι του και επέρασεν εις άλλην οικίαν . Όταν ο υπασπιστής μου ανεχώρησεν , η μάχη δεν είχε τελειώσει όλα όμως τα φαινόμενα έδειχναν παντελή καταστροφήν των εχθρών , και ελπίζομεν ότι και αυτός ο πασσάς δεν θέλει εκφύγει από τας χείρας των Ελλήνων .Aν ακούσια αίτια δεν εμπόδιζαν την πανταχόθεν σύγχρονον προσβολήν ,πιθανόν ότι το Ζητούν ήθελεν είσθαι τώρα είς τας χείρας μας , μ΄΄ολον τούτο άς δοξάσουμε τον Θεόν , ότι πάλιν ενίκησαν λαμπρώς οι ημέτεροι . Οι προειρημένοι καπητάνοι , Μήτσος Κοντογιάννης και Καλτσοδήμος γράφουν πρός τον Πανουριάν βεβαιώνοντες , ότι συγχρόνως εσηκώθησαν και ο Όλυμπος και τα Άγραφα και το Μέτσοβον , ώστε με την ανάστασην του Σωτήρος ημών ανέστησαν και οι Έλληνες , πανταχόθεν εναντίον των τυράννων της Ελλάδος. Προεστάλθη γράμμα εις τούς Αγραφιώτας , όσοι ήσαν ήδη σηκωμένοι ,παρακινητικόν να πιάσωσι την Φούρκαν . Αν επιάσθη όμως οι εχθροί και του Ζητουνίου και του Πατρατζικίου , οι οποίοι λέγονται ότι είναι έως πέντε χιλιάδες , θέλουν χαθή , οι μέν θανατωθέντες οι δε αιχμαλωτιθέντες. Συνχάρητε ,αδελφοί διά τα μέχρι τούδε κοινωφελή αποτελέσματα της πρώτης ίσως γενομένης ταύτης συστηματικής εκστρατείας και εύχεσθε λαμπρότερα και κοινωφελέστερα τα ακόλουθα. Πολλάκις έγραψα πρός υμάς , αλλά δεν ηξεύρω πόθεν η υμετέρα αδελφότης δέν έγραψε πρός εμέ ούτε περί των αυτόθι πολεμικών κατορθωμάτων , ούτε περί αλλου τινός πράγματος αξιολόγου . Τάχα είναι αι πολλαί ασχολίαι ή δεν συνχωρείται εις την Βουλήν να γράφη πρός τον Πρόεδρον, ή σφάλλει ο πρόεδρος γράφων πρός την Βουλήν . Καί αύθις προβάλλω ότι είναι ανάγκη να προφθάση τάχιστα το Μιστριωτικόν στράτευμα, ή πρόνοια της ασφάλειας το απιτεί , διότι δεν ειξεύρομεν τα ενδεχόμενα του πολέμου . Γράφω πρός τον υπουργόν του πολέμου να μας στείλει ένα ιντσενιέρην τον κύριον Γραιλλάρδον ή άλλον τινά άξιον , και ένα καλόν αρχικανονιέρην οι οποίοι πρέπει να μισθωθώσιν επ΄αυτού .
Εκ Δαδίου την 6 Απριλίου 1822
Ασπαζόμενος υμάς αδελφικώς μένω
Ο Πατριώτης Δ. Υψηλάντης Πρόεδρος »
5) Η ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΠΛΑΤΑΝΟΥ:
Τον Σεπτέμβριο του 1823, οι Αρβανίτες του Σκόντρα Πασά μετά τη μάχη της Καλιακούδας και το θάνατο του Μάρκου Μπότσαρη, κατέβηκαν προς τα Γκράβαρα. O Σκόνδρας, πέρασε από το Νιοχώρι και τον Άγιο Δημήτριο, τα βρήκε άδεια από κατοίκους, τα έκαψε και τα ερήμωσε απ’ το θυμό του, προχώρησε νοτιότερα και χώρισε το φουσάτο του σε δύο ασκέρια.Το ένα απ’ τον Άγιο Δημήτριο και ακολουθώντας την δυτική πλευρά του Φίδαρη με οδηγό τον Καραγιάννη ή Καλαθά απ’τον Άγιο Δημήτρη, έφτασε και στρατοπέδευσε στην Πίνα και γύρω απ’ το Σφακοβούνι περιμένοντας και το άλλο.Το υπόλοιπο ασκέρι ακολούθησε παράλληλη πορεία και την ίδια ημέρα έφτασε στον Πλάτανο. Λίγο πιο έξω τους περίμεναν οι ‘Ελληνες, και με αρχηγούς τον Σαφάκα, Φαρμάκη και Μακρυγιάννη έδωσαν μάχη σκληρή όπου σκοτώθηκαν δέκα Τούρκοι και πολλοί τραυματίστηκαν, από τους ‘Ελληνες δεν έπαθε κανείς τίποτα. Διακρίθηκανγια την ανδρεία τους ο Δ.Μάστορας από τη Βοϊτσά- Ελατόβρυση Γ.Πρέντζας, Κ.Σαλούρος από το Τρίκορφο. Μετά την μάχη του Πλατάνου, ο Σαφάκας και Φαρμάκης διατάχθηκαν να μεταβούν τάχιστα στη Ναύπακτο, την δε παρενόχληση του τουρκικού ασκεριού ανέλαβαν οι ντόπιοι οπλαρχηγοί Μακρυγιάννης, Πιλάλας, Εύδης.
6) Η ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΑΜΠΛΙΑΝΗΣ:
Η Άμπλιανη είναι τοποθεσία ανάμεσα στην Άμφισσα και στη Γραβιά, στην Παρνασσίδα. Έγινε ονομαστή γιατί στις 14 Ιουλίου 1824, οι οπλαρχηγοί της Ρούμελης Πανουργιάς, Σκαλτσοδήμος, Περραιβός, Σαφάκας, ο Σουλιώτης Θράκος κ.ά., με αρχηγό τον Κίτσο Τζαβέλα, πολέμησαν τους Τούρκους, που είχαν για αρχηγό τον Ντερβίς πασά. Οι Έλληνες ήταν 3.000 και οι Τούρκοι 10.000. Ακόμη είχαν και δυο κανόνια. Η μάχη κράτησε όλη μέρα ως τις 6 το απόγευμα. Τότε φτάνουν άλλοι 300 Έλληνες με το Χαλμούκη από την Άμφισσα και οι Τουρκαλβανοί υποχωρούν, αφήνοντας στο πεδίο της μάχης 500 νεκρούς και πολλά λάφυρα. Απ' τους Έλληνες σκοτώθηκαν 37. Αποτέλεσμα της νίκης αυτής ήταν να εδραιωθεί για πολύ καιρό η λευτεριά στην Ανατολική Στερεά. Το τέλος του Ντερβίς πασά ήταν τραγικό. Ο σουλτάνος διάταξε την αποκεφάλισή του.
7) Το Καρπενήσι, απελευθερώνεται στις 7 Ιουλίου του 1821, αλλά με μια εικόνα απογοητευτική. Το μεγαλύτερο μέρος της πόλης κάηκε, μαζί του και ο Ναός της Αγίας Τριάδας. Ας σημειωθεί, ότι, με την απελευθέρωση του Καρπενησίου, απελευθερώθηκε και η περιοχή των Αγράφων. Δεν πρόλαβε, καλά – καλά, το Καρπενήσι να ανασάνει και στις αρχές Ιανουαρίου του 1822 εισβάλουν σ’ αυτό, χωρίς να βρουν αντιστάσεις, 1800 τουρκαλβανοί. Η εισβολή τους, ήταν αποτέλεσμα κακής συνεννόησης των καπεταναίων που άφησαν ελεύθερες τις διόδους προς τη πόλη. Μέσα σε λίγες, όμως, μέρες φτάνει ο καπετάνιος του Κράβαρη Ανδρίτσος Σαφάκας και τους καταδίωξε (ο καπετάνιος Ανδρίτσος Σαφάκας με το ασκέρι του "ηνδραγάθησε κατά των εχθρών καταδιώξας αυτούς από Καρπενήσι έως Μαυρίλου", όπως αναφέρει γραπτή μαρτυρία της εποχής). Για αυτή του την ενέργεια, ο Υπουργός Πολέμου της προσωρινής διοίκησης της Ελλάδας, του στέλνει επαινετική επιστολή και του απονέμει το βαθμό του Χιλιάρχου (Βραχώρι, 22 Φεβρουαρίου 1822).